είδωλο η εικόνα αντικειμένου / προσώπου που σχηματίζεται επάνω σε επιφάνειες όπως το γυαλί ο καθρέπτης, το νερό, κ.λ.π.
Άθλα γαρ οίς κείται αρετής μέγιστα, τοις δε και άνδρες 'άριστοι πολιτεύουσι (Περικλέους Επιτάφιος).
Είδωλο (Εικόνα) Imago
Ο όρος αναφέρεται στις σχέσεις του παιδιού με το κοινωνικό και οικογενειακό ΠΕΡΙΒΆΛΛΩΝ. Χρησιμοποιείται για να καταδείξει το ασυνείδητο πρωτότυπο που κατευθύνει τον τρόπο με τον οποίο το άτομο αντιλαμβάνεται τον ΆΛΛΟ. Το είδωλο κατασκευάζεται από τις πρώτες κιόλας φαντασιακές διαπροσωπικές σχέσεις με τα μέλη της οικογένειάς του και εμφανίζεται σαν πνευματική επανάληψη των αισθημάτων ή σαν ΠΑΡΆΣΤΑΣΗ της εικόνας που έχει εντυπωθεί στην μνήμη του ατόμου.
ΛΕΞΙΚΌ ΕΠΙΣΤΉΜΩΝ του ΑΝΘΡΏΠΟΥ Θ.Α. ΒΑΣΙΛΕΊΟΥ & Ν. ΣΤΑΜΑΤΑΚΗΣ
Σελ.119
...............................................................................................................................
ΔΙΆΛΕΞΗ VI126 Τα Ευαγγέλια είναι ουσιαστικά Μυητικά κείμενα.
...οι αφηγήσεις σχετικά με τους αρχαίους Μύστες, .... παρουσιάζουν ομοιότητα με τις περικοπές των Ευαγγελίων για τον Ιησού Χριστό. Και όταν διαβάζουμε την ιστορία των μεγάλων μυστών, του Απολλώνιου της Τυάνα, είτε ....του Βούδα ή του Ζαρατούστρα, είτε την ζωή του Όσιρη ή του Ορφέα , η (Μίθρα, Σημ Μετ) συχνά φαίνεται ότι σημαντικά χαρακτηριστικά της ζωής τους είναι τα ίδια με εκείνα που αφηγούνται τα Ευαγγέλια για τον Ιησού Χριστό.
....128 Εδώ μας αποκαλύπτεται ότι αυτό που πραγματοποιούνταν σε μικρή κλίμακα στα βάθη των Μυστηρίων έλαβε τώρα χώρα , από Θεϊκά Πνεύματα, μια για πάντα για την ανθρωπότητα, και ότι η Οντότητα που ορίζεται σαν Πατέρας ενέργησε σαν ιεροφάντης κατά την ανάσταση του Ιησού Χριστού.
Έτσι εδώ έχουμε, επαυξημένο στον ανώτατο βαθμό, κάτι που προηγούμενα λάβαινε χώρα σε μικρή κλίμακα στα Μυστήρια.
...141 Διαβάστε ότι γράφει η Απόκρυφη Επιστήμη. Από την κατεύθυνση της εξέλιξης στην οποία το φυσικό, αιθερικό, και αστρικό σώμα παρέμειναν αόρατα, ο άνθρωπος ρίχτηκε μέσα σε πυκνότερη ύλη, και υποχρεώθηκε, κάτω από την επίδραση του Εωσφόρου, να συμπεριλάβει αυτή την πυκνότερη ύλη στον ίδιο του τον εαυτό. Αν η Εωσφορική δύναμη δεν είχε εισχωρήσει μέσα στο αστρικό μας σώμα και στο Εγώ, αυτή η πυκνή υλιστικότητα δεν θα είχε γίνει τόσο ορατή όσο είναι τώρα. Ως εκ τούτου πρέπει να παρουσιάσουμε τον άνθρωπο σαν μια αόρατη οντότητα, που έγινε ορατή στην ύλη μόνο κάτω από την επιρροή του Εωσφόρου.
Μέσα από την επιρροή αυτή, εξωτερικές ουσίες και δυνάμεις σύρονται προς την επικράτεια του Φαντάσματος και εισχωρούν μέσα του. Όπως όταν χύνουμε ένα χρωματισμένο υγρό μέσα σε ένα διαφανές ποτήρι...
...237 Μια ματιά στην ιστορία της ανθρωπότητας θα δείξει ότι στην πορεία δύο αιώνων, κατά την εποχή των Ελλήνων φιλοσόφων, προετοιμάστηκε σταδιακά ο σημερινός τρόπος τού σκέπτεσθαι και ότι μόλις τώρα έφτασε στο σημείο να (238) αγκαλιάζει την εξωτερική φύση με τόσο θαυμαστό τρόπο.
Έτσι ολόκληρη η μορφή που αποκτά η συνείδησή μας και ο τρόπος που διαμορφώνουμε τις αντιλήψεις μας για το σύμπαν διαφέρουν εντελώς από την προχριστιανική εποχή. Προς το παρόν μας αφορά το γεγονός αυτό, για να δείξουμε ότι η ανθρώπινη φύση άλλαξε. Μια προσεκτική ανασκόπηση της ανθρώπινης εξέλιξης κάνει σαφές ότι η συνείδηση μεταβλήθηκε κατά την πορεία της εξέλιξης...... Οι άνθρωποι παλαιότερα δεν έβλεπαν τα πράγματα και δε σκέφτονταν γι΄ αυτά όπως κάνουμε εμείς με τις αισθήσεις και την αντίληψή μας. Διέθεταν ένα είδος διόρασης, αλλά η φύση της ήταν συγκεχυμένη και ονειρική. Εδώ βρίσκεται η σημασία της εξέλιξης, ότι μια παλιά ενόραση, που σε πρωτόγονες εποχές ήταν διαδεδομένη σε όλη την ανθρωπότητα παραχώρησε τη θέση της σε αυτή τη μορφή σκέψης που διαθέτουμε σήμερα. Οι κοινοί κάτοικοι κάθε χώρας διέθεταν αυτό το είδος της ενορατικής δύναμης και στο δρόμο ου οδηγούσε από αυτήν σε ανώτερα στάδια τον έδειχναν τα Μυστήρια. Έτσι η εξέλιξη προσφερόταν στις φυσιολογικές ψυχικές ικανότητες του ανθρώπου.
Η παρατήρηση του κόσμου με αυτά που αποκαλούμε συλλογισμό και λογική, αφού αντικατέστησαν την παλιά ενόραση, η οποία δεν αποτελούσε πλέον μια φυσική ικανότητα, διήρκεσαν καθ' όλη την ιστορική περίοδο και έφτασαν στο αποκορύφωμα τους κατά την Ελληνορωμαϊκή περίοδο, στην οποία εμφανίστηκε ο Χριστός. Εκείνη τη χρονική στιγμή το σύνολο της ανθρωπότητας παντού είχε εξελιχθεί τόσο ώστε η παλιά ενόραση είχε σβήσει και τα παλιά Μυστήρια δεν ίσχυαν πλέον. Τι ήταν τότε αυτό που πήρε τη θέση των παλαιών Μυστηρίων και τι αποκόμισε ο άνθρωπος δια μέσου των Μυστηρίων;
Αυτά ήταν δύο ειδών: το ένα προήλθε από εκείνο το κέντρο πολιτισμού που καταλήφθηκε αργότερα από τους αρχαίους Πέρσες και το άλλο το συναντάμε στην καθαρή του (239) μορφή στην Αίγυπτο και στην Ελλάδα. Ήταν εντελώς διαφορετικά καθ' όλη εκείνη την εποχή. Αποτελούσε προσπάθεια όλων των Μυστηρίων να δημιουργήσουν στην άνθρωπο μια επέκταση των ψυχικών του δυνάμεων, όμως αυτό επιτεύχθηκε με διαφορετικό τρόπο στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο απ΄ ό,τι στην Περσία. Στην Ελλάδα και στην Αίγυπτο που ουσιαστικά συμφωνούσαν ο στόχος ήταν να επιφέρουν στους μυούμενους μια μετατροπή στις ψυχικές τους δυνάμεις. Η μετατροπή αυτή γινόταν κάτω από μια συγκεκριμένη προϋπόθεση που που πρέπει κανείς να κατανοήσει πριν από οτιδήποτε άλλο. Αυτή ήταν ότι στα βάθη της ψυχής βρίσκεται σε νάρκη ένας άλλος, ένας θεϊκός άνθρωπος . Αυτός ο κρυμμένος άνθρωπος προήλθε από την ίδια πηγή από την οποία ο βράχος μετατρέπεται σε κρύσταλλο και το φυτό αναγεννιέται την άνοιξη. Τα φυτά, εν τούτοις , είχαν ήδη χρησιμοποιήσει ότι περιλαμβανόταν μέσα τους, ενώ ο άνθρωπος, στο βαθμό που είχε κατανοήσει τον εαυτό του είχε εργαστεί με τις δικές του δυνάμεις, είχε παραμείνει ένα ατελές πλάσμα και εκείνο που υπήρχε εντός του είχε έρθει έρθει στο προσκήνιο ύστερα από πολλή προσπάθεια. (Τα αποτελέσματα που προκύπτουν από έρευνα βρίσκονται στο βιβλίο μου “Απόκρυφη Επιστήμη”. Ρ. Στάινερ) Επομένως, κατά τα Αιγυπτιακά και Ελληνικά Μυστήρια γινόταν έκκληση σε έναν πνευματικό, έναν θεϊκό εσωτερικό άνθρωπο, και όταν γινόταν αναφορά σε αυτό υπαινίσσονταν επίσης και τις δυνάμεις μέσα στη Γη. Διότι, σύμφωνα με τις απόψεις που επικρατούσαν, δε θεωρούσαν τη Γη σαν ένα κοσμικό σώμα δίχως ζωή όπως η σύγχρονη αστρονομία, αλλά σαν μια πνευματική πλανητική οντότητα .
Στην Αίγυπτο... έκαναν μνεία για τις θαυμαστές πνευματικές δυνάμεις και την δύναμη της φύσης, που αποκαλούσαν με τα ονόματα της Ίσιδας και του Όσιρη.Στην Ελλάδα αυτή η πρωτογενής πηγή λεγόταν Διόνυσος. ( Η Ίσις κατά μια άποψη του Πλούταρχου, είναι παράγωγο από το αρχαιοελληνικό ρήμα είμι (= έρχομαι) και δηλώνει την είσοδο στο εργαστήριο της γνώσης και της θέωσης, της μέθεξης στο “θείο”. Το Ισείον είναι το ίδιο το εργαστήριο, το ιερό της, ο ναός της γνώσης, ο επίγειος χώρος της μύησης στη μεγάλη αλήθεια της “πρώτης αρχής των πάντων”, της δημιουργίας του Σύμπαντος, της Γένεσης. Είναι δηλαδή το Ίσείο ο χώρος της μυστηριακής λατρείας της θεάς της γονιμότητας με “λεγόμενα, επιδεικνύμενα και δρώμενα” παράλληλα (αν όχι υπάλληλα) με τα ορφικά, τα Δωδώνεια, τα Ελευσίνια και τα Καβείρεια μυστήρια τη Σαμοθράκης της Μητροπολιτικής Ελλάδας. ... Η λέξη Όσιρις έχει ως προθεματικό φωνήεν το αρσενικό άρθρο (ο) και το ουσιαστικό Σείριος, υποστηρίζει ο Πλούταρχος, και προήλθε από συμπροφορά τους. Αν μάλιστα συσχετίσει κανείς τα χαρακτηριστικά που αποδίδουν στη θεότητα τους οι Αιγύπτιοι με όσα αποδίδουν οι Έλληνες στο Σείριο, τον αστερισμό του Κυνός και του φωτός, τότε μόνο από προκατάληψη ή αλληθωρισμό δε θα αποδεχθεί τη συναντίληψη. ΠΛΟΎΤΑΡΧΟΥ ΙΣΙΣ ΚΑΙ ΟΣΙΡΙΣ Γ. Ράπτης) .Συνέπεια αυτού ήταν ότι εγκόσμιοι συγγραφείς υποστήριζαν ότι η φύση και η οντότητα των πραγμάτων ήταν αυτά που αναζητούσαν, και στα Ελληνικά Μυστήρια αποκαλύπτοντας αυτές τις δυνάμεις της (240) ανθρώπινης φύσης που αποκαλύπτονταν το “υπό την γην” τμήμα του ανθρώπου, ΄όχι το “υπέρ την γήν”. Αναφέρονταν στη φύση των μεγάλων “δαιμονίων”, και αυτός ο τίτλος αντιπροσώπευε όλα όσα επενεργούσαν απάνω στη γη σαν πνευματικές δυνάμεις. Αναζητούσαν τη φύση αυτών των δαιμονίων – υπό την καλή έννοια – μέσα σε αυτό που έπρεπε να πηγάζει από τον ίδιο τον άνθρωπο. Τότε ο μυούμενος έπρεπε να βιώσει αυτό που εννοούσαν με το “να κατέβει κανείς στα κατάβαθα της ψυχής του”. Να μάθει ότι ένα θεμελιώδες συναίσθημα κυριαρχούσε τόσο σε ολόκληρη την ψυχική οντότητα ώστε κατά την κανονική του ζωή δεν μπορούσε κανείς να διαμορφώσει κάποια αντίληψη γι αυτό και το συναίσθημα αυτό ήταν ένας βαθύς εγωισμός – μια ακατανίκητη ιδιοτέλεια που εδρεύει μέσα στις εσωτερικές πτυχές της ανθρώπινης ύπαρξης. Μέσα απο την πάλη και την υπερνίκηση όλης της ιδιοτέλειας και του εγωισμού, ο μυούμενος έπρεπε να διαβεί μέσα απο κάτι για το οποίο εμείς σήμερα έχουμε μόνο μια αφηρημένη έκφραση, δηλαδή το συναίσθημα της καθολικής αγάπης και συμπόνιας για τους ανθρώπους και τα άλλα πλάσματα: η συμπόνια, στο βαθμό που τη διέθετε η ανθρώπινη ψυχή, έπρεπε να πάρει τη θέση της ιδιοτέλειας . Ήταν ξεκάθαρο οτι εάν ο μυούμενος ζωντάνευε αυτή τη συμπόνια, η οποία ανήκε κατ' αρχήν στις κρυμμένες δυνάμεις του κόσμου των συναισθημάτων, θα μπορούσε να ανασύρει από τα βάθη της ψυχής του τις θεϊκές δυνάμεις που βρίσκονταν εκεί σε νάρκη...
...Υποστηριζόταν επιπλέον ότι, καθώς ο μυούμενος ατένιζε τον κόσμο με τη συνηθισμένη του αντίληψη έπρεπε σύντομα να συνειδητοποιήσει το πόσο ανίσχυρος ήταν σαν άνθρωπος ως προς τον κόσμο, και ότι όσο μακρύτερα προεξέτεινε τις αντιλήψεις και τις ιδέες του τόσο εντονότερο γινόταν αυτό το συναίσθημα, έως ότου τελικά κατέληγε να αμφιβάλλει για το τι μπορούσε πραγματικά να ονομαστεί γνώση. (εν οίδα ότι ουδέν οίδα) Αφού έφτανε σε αυτό το το σημείο, έπρεπε κατόπιν να ξεπεράσει αυτό το συναίσθημα του κενού στην ψυχή όποτε ήθελε να περικλείσει τον κόσμο με τις ιδέες του. Αυτή η συνειδητοποίηση ενός κενού συνοδευόταν από φόβο και ανησυχία, και συνεπώς ο Έλληνας μυούμενος στο Μυστικισμό πρώτα γέμιζε μέσα του με φόβο για το άγνωστο και κατόπιν, συνδέοντας αυτόν με συμπόνια, ανέσυρε τις θεϊκές δυνάμεις που βρίσκονταν μέσα του. Μάθαινε έτσι να μεταβάλει το φόβο σε δέος και σε βαθύ σεβασμό και να συνειδητοποιεί πως το ύψιστο είδος δέους και ευλαβικής αφοσίωσης για όλα τα φαινόμενα του σύμπαντος ήταν ικανό να διαπερνά κάθε ουσία και αντίληψη που βρισκόταν πέρα από τη σφαίρα της κοινής γνώσης.(αυτο σε κάποιους από εμάς κάτι πρέπει να θυμίζει, λόγο κοινού τόπου και καταγωγής)
Έτσι, τα Ελληνικά μυστήρια, όπως επίσης και εκείνα της Ίσιδας και του Όσιρι στα αιγυπτιακά Μυστήρια, επενεργούσαν προς τα έξω από την πλέον εξωτερική φύση του ανθρώπου και επιζητούσαν να τον οδηγήσουν στους πνευματικούς κόσμους. Ήταν μια ζώσα σύλληψη του “Θεού μέσα στον Άνθρωπο”. Δημιουργούνταν μια πραγματική εξοικείωση ανάμεσα στον άνθρωπο και στον θεό, και η αθανασία δεν είχε τη θέση απλά της αφηρημένης θεωρίας και της φιλοσοφίας αλλά ενός γνωστού πράγματος, ενός που έχει στέρεες βάσεις, όπως η γνώση των εξωτερικών χρωμάτων, και αυτή βιωνόταν σαν μια στενή σχέση με τα πράγματα του έξω κόσμου. Με την ίδια βεβαιότητα το ίδιο βίωναν επίσης και στα Μιθραϊκά Μυστήρια. Ενώ ο άνθρωπος καθοδηγούνταν στα ελληνικά και αιγυπτιακά Μυστήρια μέσα από την απελευθέρωση των ψυχικών του δυνάμεων, στα Μιθραϊκά Μυστήρια ερχόταν αντιμέτωπος κατευθείαν με το ίδιο το σύμπαν.
(Δεν υπάρχει περίπτωση να κάνεις μια χάρη, να το γνωρίζεις, και να μην ζητήσεις τα ευ' εαυτής)
(