Η κυρία Μαρίτσα

Η κα Μαρίτσα ήταν μια λίγο γεμάτη ήσυχη γυναίκα κάποιας ηλικίας ήταν πολύ ευγενική με τα παιδιά, η δουλεία της ήταν να διατηρεί καθαρό τον υπνοθάλαμο κι από ότι θυμάμαι δεν έμενε τα βράδια αλά κατά περίεργο τρόπο την έβλεπες να πηγαινοέρχεται νυχτιάτικα στον θάλαμο . Η δεν ήταν αυτή; Για τον παλαμάκια ήταν αυτή όπως τότε με την σκιά, έτσι και τώρα , το βράδυ αυτό που σηκώθηκε για την "ανάγκη" του, παραδόξως την είδε να κυκλοφορεί ανάμεσα στα κρεβάτια των παιδιών!
Κοντοστάθηκε να βεβαιωθεί μα εκείνη σαν να εξαφανίζονταν μες το σκοτάδι και να εμφανιζόταν πάλη σε άλλο κρεβάτι. Λόγο της επιτακτικής του "ανάγκης" μπήκε στα αποχωρητήρια και αφού κατέβασε το βρακί με την σκέψη μέσα του να τεστάρει τα γεγονότα, δεν πρόλαβε καλά καλά να ανακουφιστεί και επάνω στο παραθυράκι της τουαλέτας κάτι άρχισε να χτυπά με μανία το τζάμι. Πάγωσε και κοίταξε πάνω! ε όχι! όχι τώρα αυτό !
Μια φιγούρα με κέρατα, μορφάζοντας προσπαθούσε να μπει , να πέσει απάνω του να σπάσει το τζάμι.. μάρτυς του ο θεός! Έτρεξε ξέπνοος προς τα φώτα να τα ανάψει όλα να φύγει το κακό , όμως αδίκως, οι διακόπτες δεν υπάκουαν και τα φώτα άρχισαν να αναβοσβήνουν σαν τρελά από μόνα τους.. Κρατώντας τα βρακιά του μισοκατεβασμένα, έτρεξε και χώθηκε στο κρεβάτι του και κλείνοντας σφιχτά τα μάτια περίμενε τη άλλο θα γίνει!
.............................................................
.Όπως έχουμε γράψει ποτέ δεν είχε φοβηθεί κάτι φανταστικό και αγνώστω΄ πριν έρθει εδώ αλήτεβε όπου μπορούσαν να τον οδηγήσουν τα πόδια του και δεν φοβόταν τίποτα παρά μόνο κάποιους ανθρώπους που έτυχε να συναντά σε απόμερα μέρει, ευτυχώς ήταν δυνατός στο τρέξιμο, μα αυτό εδώ ήταν κάτι άλλο , να πας δηλαδή πού; πως να φύγει απ το μυαλό του που γέμιζε απ τους καθημερινούς λόγους για χριστούς Παναγίες και διαβόλους! Λες και όλοι εκεί μέσα συνωμοτούσαν για να μπάσου ν μες στην καρδούλα του των φόβο, έναν φόβο που δεν ήταν σε κάποιο συγκεκριμένο μέρος που δεν είχε πόδια χέρια μα είχε πρόσωπο! Της προάλλες για παράδειγμα, βγαίνοντας απ την τραπεζαρία για να πάνε να κοιμηθούν , στον ΄θάλαμο, κάτι φώτα ακτινωτά εμφανίστηκαν στον σκοτεινό ουρανό ,σε τροχιά πάνω απ τα κτίρια.
-"Τρέξτε γρήγορα στα κρεβάτια σας μην πέσουν πάνω σας και σας κάψουν!" φώναξαν η δεσποινίδες που τους πρόσεχαν "Είναι της Παναγίας...! Εντάξει με τον διάβολο το είχε εμπεδώσει είναι να τρέμεις μα να φοβάσαι τώρα μην σε κάψει κι Παναγία;!
... Σαν να μην έφτανε αυτό το υπόλοιπο βράδυ πέρασε με ένα ξέφρενο τρεχαλητό στον διάδρομο που συγκοινωνούσαν οι πτέρυγες του θαλάμου, μα ο Παλαμάκιας κουκουλωμένος κρυφοκοιτάζοντας κατάλαβε ότι κάτω απ αυτά τα σεντόνια ήταν άνθρωποι , ήταν οι δεσποινίδες μ,α που να το πεις; φοβόταν και το "ξύλο"!
...με αποτέλεσμα το πρωί να βρεθούν να κοιμούνται μαζί σε ένα κρεβάτι τρία παιδιά απ τον φόβο τους και φυσικά δεν έλειψαν τα κατουρημένα σεντόνια, τα οποία μάζεψαν κρυφογελώντας οι δεσποινίδες.. Τη να γράψεις, μ' αυτά και μ' αυτά τέλος πέρασαν εκείνο τον χειμώνα